13 research outputs found

    The Geography of the Provincial Administration of the Byzantine Empire (ca 600-1200): I.1. The Apothekai of Asia Minor (7th-8th c.)

    Get PDF
    Η ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ (περ. 600-1200): I.1. ΟΙ ΑΠΟΘΗΚΕΣ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ (7ος-8ος αι.)Η μετάβαση από το πρωτοβυζαντινό σύστημα διοίκησης των επαρχιών της αυτοκρατορίας στο μεσοβυζαντινό σύστημα των θεμάτων συνέβη σε μια εποχή κατά την οποία οι πληροφορίες που παρέχουν οι πηγές είναι ελάχιστες. Ο θεσμός των θεμάτων είναι γνωστός κυρίως από τον 10ο αι., εποχή κατά την οποία ήταν πλήρως ανεπτυγμένος. Το κενό λοιπόν στην πληροφόρηση όσον αφορά στην μεταμόρφωση της επαρχιακής διοίκησης μπορούν να καλύψουν μόνο οι σφραγίδες των αποθηκών και των βασιλικών κομμερκίων, ενός θεσμού που εμφανίστηκε και αναπτύχθηκε από τα μέσα του 7ου αι. ώς τα μέσα του 8ου αι. Σε καμία πηγή της μέσης βυζαντινής εποχής δεν γίνεται λόγος για το περιεχόμενο του θεσμού αυτού, δηλαδή για τον τρόπο λειτουργίας και για τους σκοπούς που εξυπηρετούσε, γεγονός που έχει δώσει λαβή για τη διατύπωση θεωριών που τον συνδέουν είτε με το εμπόριο, είτε με την εξυπηρέτηση αναγκών των στρατιωτικών σωμάτων της αυτοκρατορίας. Σκοπός της συγκεκριμένης μελέτης ωστόσο δεν είναι η εξακρίβωση του περιεχομένου του θεσμού των αποθηκών/βασιλικών κομμερκίων, αλλά η συστηματική γεωγραφική κατάταξη των αποθηκών, που μπορεί να φωτίσει τη διαδικασία διάλυσης του πρωτοβυζαντινού διοικητικού συστήματος των επαρχιών. Αδιαμφισβήτητος παραμένει ο οικονομικός χαρακτήρας του θεσμού των αποθηκών/βασιλικών κομμερκίων. Ο θεσμός αυτός εξάλλου λειτουργούσε επί τη βάσει του παλαιότερου επαρχιακού συστήματος μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 730. Η γεωγραφική κατάταξη των σφραγίδων των αποθηκών αποδεικνύει ότι ο θεσμός λειτούργησε αρχικά στις ανατολικές επαρχίες της αυτοκρατορίας. Αποδεικνύει επίσης ότι οι γεωγραφικοί συνδυασμοί των αποθηκών δεν συμπίπτουν με την εδαφική ανάπτυξη των θεμάτων, όπως αυτή είναι γνωστή από τις πηγές του 10ου αι. ή όπως υποτίθεται ότι ήταν στα τέλη του 7ου αι. και στις αρχές του 8ου αι. Τη μοναδική εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα αποτελεί η σφραγίδα της αποθήκης Λυκίας, Παμφυλίας και παραλίας της Ισαυρίας (719/20) που φαίνεται να προαναγγέλλει την ίδρυση του θέματος των Κιβυρραιωτών. Η λειτουργία των αποθηκών ήταν έτσι ευέλικτη, γεγονός που αποδεικνύεται κυρίως από τις σφραγίδες των αποθηκών πόλεων ή περιοχών εντός ή μαζί με τις επαρχίες στις οποίες ανήκαν, π.χ. η αποθήκη Σεβαστοπόλεως, Πυλών και Σαγγαρίου, Κορύκου και Κιλικίας, Ισαυρίας και Δεκαπόλεως, Ισαυρίας και Συλλαίου, Ασίας, Καρίας, Ρόδου και Χερσονήσου. Παράλληλα, οι σφραγίδες αυτές αποδεικνύουν τη σταδιακή διάλυση των παλαιών επαρχιών και υποδηλώνουν ότι το βυζαντινό κράτος, προκειμένου να θέσει σε λειτουργία τις αποθήκες σε ορισμένες περιοχές, λάμβανε υπόψη συγκεκριμένα στρατηγικά πλεονεκτήματα. Δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι στον κάτω Σαγγάριο βρισκόταν το πρώτο άπληκτο, τα Μαλάγινα, ότι από τη Ρόδο και τη Χερσόνησο γινόταν ο έλεγχος της ναυσιπλοΐας από την ανατολική Μεσόγειο προς το Αιγαίο, ότι το Σύλλαιον ήταν μία από τις πρωτεύουσες του θέματος των Κιβυρραιωτών, και αυτές είναι μερικές μόνο από τις παρατηρήσεις που μπορούν να γίνουν για τις συγκεκριμένες πόλεις και περιοχές.  Από τα τέλη της δεκαετίας του 730 και κυρίως στη δεκαετία του 740 και εξής, η εδαφική ανάπτυξη του θεσμού των βασιλικών κομμερκίων ταυτίστηκε με την εδαφική ανάπτυξη του θεσμού των θεμάτων, γεγονός που προϋποθέτει την εγκατάσταση των στρατιωτικών σωμάτων της αυτοκρατορίας σε συγκεκριμένες επαρχίες. Οι σφραγίδες των αποθηκών υποδηλώνουν ότι ο στρατός των Αρμενιακών ήταν ο πρώτος στον οποίο αποδόθηκε μία συγκεκριμένη περιφέρεια (πριν το 717/8), με την οποία ταυτίστηκε, ενώ οι αφηγηματικές πηγές υποδηλώνουν ότι ανάλογη ήταν η εξέλιξη για τον στρατό των Ανατολικών (πριν το 716/7). Η παραχώρηση εδαφών παρόλα αυτά δεν συνεπαγόταν την υποχρεωτική περιφερειακή ταύτιση της λειτουργίας των δύο θεσμών, αφού οι αποθήκες συνέχισαν περίπου μέχρι το 740 να λειτουργούν με βάση τις παλαιές επαρχίες. Αν ωστόσο παραδεχθούμε ότι οι αποθήκες συνδέονται με τα στρατιωτικά σώματα της αυτοκρατορίας, τότε θα πρέπει επίσης να παραδεχθούμε ότι η γεωγραφική κατάταξη των αποθηκών στις επαρχίες, όπως αυτή αποδίδεται στους χάρτες 1 και 2 της παρούσας μελέτης, αντικατοπτρίζουν την κατάσταση της πρωτοβυζαντινής εποχής, ότι δηλαδή οι στρατιές των Αρμενιακών και των Ανατολικών συγκεντρώνονταν στις περιοχές τις επιχειρησιακής τους δράσης, στην Αρμενία, την Κα&

    Social Group Profiles in Byzantium: Some Considerations on Byzantine Perceptions about Social Class Distinctions

    Get PDF
    Η παρούσα μελέτη συμπυκνώνει το αποτέλεσμα μιας τριετούς έρευνας για την κοινωνική ιστορία του Βυζαντίου, που είχε ως στόχο την διερεύνηση της κοινωνικής ορολογίας των Βυζαντινών και την θεωρητική της ταξινόμηση. Η κοινωνική ορολογία που χρησιμοποιούσαν οι ίδιοι οι Βυζαντινοί εξυπηρέτησε την δημιουργία κοινωνικών προφίλ που αφορούσαν τόσο διαφορετικές κοινωνικές ομάδες, όσο και, ίσως συχνότερα, άτομα, προκειμένου για την κατάταξή τους σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικό επίπεδο. Τα προφίλ αυτά διέπουν την κοινωνική θεώρηση στο Βυζάντιο και αποτέλεσαν αντικείμενο μεταχείρισης τόσο από το ίδιο το κράτος όσο και από τις ομάδες ή τα άτομα στα οποία αφορούσαν. Οι παράμετροι που τα συνθέτουν υπήρξαν συνεπώς υλικό για τον κοινωνικό αυτοπροσδιορισμό ή ετεροπροσδιορισμό. Η έρευνα οδήγησε σε αποσαφήνιση των παραμέτρων που ρυθμίζουν την ένταξη στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα διακρίνοντας τις κατηγορίες των infames/ἀτίμων από εκείνες των ἀχρήστων, των ἀφανῶν και των πενήτων για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αφενός η απουσία κατοχύρωσης της ανώτερης κοινωνικής τάξης του Βυζαντίου δημιούργησε εντάσεις, ιδιαιτέρως μεταξύ 10ου και 11ου αιώνα, αφετέρου ωστόσο η παράλληλη ισχυροποίηση της κεντρικής εξουσίας λειτούργησε προστατευτικά υπέρ των μεσαίων και κατώτερων στρωμάτων, γεγονός που δίνει την εντύπωση ότι το Βυζάντιο ήταν, τελικά, ένα «σύγχρονο» κράτος. Για να καταλήξει σε αυτό το συμπέρασμα, η έρευνα κατευθύνθηκε στην διερεύνηση της κοινωνικής εικόνας ομάδων όπως οι δυνατοί και οι δυνάστες, ενώ κατεβλήθη προσπάθεια να αποφασηνιστεί συνοπτικά η βυζαντινή αντίληψη περί ευγένειας και να εξεταστεί ο ρόλος του πλούτου για την δημιουργία κοινωνικής «θέσης»

    Social Group Profiles in Byzantium: Some Considerations on Byzantine Perceptions Αbout Social Class Distinctions

    Get PDF
    Η δημοσίευση συνοψίζει τα δεδομένα της τριετούς έρευνας του προγράμματος «Ηλεκτρονική βάση δεδομένων για την κοινωνική ιστορία του Βυζαντίου από τον 7ο ως τον 12ο αι.: πηγές, προβλήματα και προσεγγίσεις». Η διαμόρφωση της «κοινωνικής θέσης» στο Βυζάντιο επηρεάζεται από προφίλ που διαμορφώνονται και υιοθετούνται με τον καιρό είτε από το κράτος είτε από άτομα είτε από διαφορετικές κοινωνικές ομάδες με σκοπό την ισχυροποίηση των ιδίων και την προβολή τους στην κοινωνία

    THE GEOGRAPHY OF THE PROVINCIAL ADMINISTRATION OF THE BYZANTINE EMPIRE (CA. 600-1200): I.3. APOTHEKAI OF AFRICA AND SICILY, FINAL NOTES AND CONCLUSIONS

    Get PDF
    Η παρούσα εργασία χωρίζεται σε τρία μέρη. Το πρώτο ασχολείται με τις αποθήκες Αφρικής και Σικελίας. Η αποθήκη Αφρικής λειτούργησε το 673/4 και θεωρείται ότι μπορεί να ενταχθεί στο πλαίσιο της βυζαντινο-αραβικής αντιπαράθεσης κατά τη διάρκεια του αποκλεισμού της Κωνσταντινούπολης (674-678). Η αποθήκη Σικελίας λειτούργησε λίγα χρόνια αργότερα, το 696/7, και μπορεί να συνδεθεί με την εκστρατεία των Βυζαντινών για την ανακατάληψη της Αφρικής που τελούσε υπό τις διαταγές του πατρικίου Ιωάννη. Στο δεύτερο μέρος παρουσιάζονται και σχολιάζονται νέες σφραγίδες των αποθηκών και των βασιλικών κομμερκίων που χρονολογούνται από τα τέλη του 7ου αι. ως τη δεκαετία 740 που δημοσιεύθηκαν πρόσφατα. Αναθεωρείται η άποψη, σύμφωνα με την οποία η σφραγίδα της Κάτω Εξαπόλεως (741/2) προέρχεται από την επαρχία Αρμενίας Α΄. Προτείνεται αντιθέτως ότι αυτός ο σπάνιος γεωγραφικός όρος αναφέρεται στην αρχαία Δωρική Εξάπολη, δηλαδή στις πόλεις της Κω, Αλικαρνασσού, Κνίδου, και της Ρόδου (Ιαλυσός, Κάμειρος, Λίνδος). Τέλος, παρουσιάζονται οι σφραγίδες που σχετίζονται με τον θεσμό των αποθηκών/βασιλικών κομμερκίων οι οποίες χρονολογούνται μετά το 787/8. Το τρίτο και τελευταίο μέρος της μελέτης είναι αφιερωμένο σε γενικά συμπεράσματα από την γεωγραφική επισκόπηση της επαρχιακής διοίκησης από τα τέλη του 7ου αι. ως τα μέσα περίπου του 8ου αι. Επισημαίνονται προβλήματα που προκύπτουν από την ερμηνεία και το περιεχόμενο που έχει δώσει η νεότερη έρευνα στον θεσμό των αποθηκών/βασιλικών κομμερκίων και πιστοποιείται ότι η περίοδος περ. 717/8-738/9 ήταν η περίοδος μετάβασης από το παλαιότερο υστερορρωμαϊκό σύστημα επαρχιακής διοίκησης στο νέο σύστημα «θεματικής» διοίκησης των επαρχιών. Τη μελέτη συμπληρώνει κατάλογος των αποθηκών των επαρχιών του Βυζαντινού κράτους, οι οποίες κατατάσσονται πλέον κατά περιφέρειες και διευκολύνουν την κατανόηση των συμπερασμάτων της παρούσης εργασίας

    The Geography of the Provincial Administration of the Byzantine Empire (ca 600-1200): I.1. The Apothekai of Asia Minor (7th-8th c.)

    Get PDF
    Η ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ (περ. 600-1200): I.1. ΟΙ ΑΠΟΘΗΚΕΣ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ (7ος-8ος αι.)Η μετάβαση από το πρωτοβυζαντινό σύστημα διοίκησης των επαρχιών της αυτοκρατορίας στο μεσοβυζαντινό σύστημα των θεμάτων συνέβη σε μια εποχή κατά την οποία οι πληροφορίες που παρέχουν οι πηγές είναι ελάχιστες. Ο θεσμός των θεμάτων είναι γνωστός κυρίως από τον 10ο αι., εποχή κατά την οποία ήταν πλήρως ανεπτυγμένος. Το κενό λοιπόν στην πληροφόρηση όσον αφορά στην μεταμόρφωση της επαρχιακής διοίκησης μπορούν να καλύψουν μόνο οι σφραγίδες των αποθηκών και των βασιλικών κομμερκίων, ενός θεσμού που εμφανίστηκε και αναπτύχθηκε από τα μέσα του 7ου αι. ώς τα μέσα του 8ου αι. Σε καμία πηγή της μέσης βυζαντινής εποχής δεν γίνεται λόγος για το περιεχόμενο του θεσμού αυτού, δηλαδή για τον τρόπο λειτουργίας και για τους σκοπούς που εξυπηρετούσε, γεγονός που έχει δώσει λαβή για τη διατύπωση θεωριών που τον συνδέουν είτε με το εμπόριο, είτε με την εξυπηρέτηση αναγκών των στρατιωτικών σωμάτων της αυτοκρατορίας. Σκοπός της συγκεκριμένης μελέτης ωστόσο δεν είναι η εξακρίβωση του περιεχομένου του θεσμού των αποθηκών/βασιλικών κομμερκίων, αλλά η συστηματική γεωγραφική κατάταξη των αποθηκών, που μπορεί να φωτίσει τη διαδικασία διάλυσης του πρωτοβυζαντινού διοικητικού συστήματος των επαρχιών. Αδιαμφισβήτητος παραμένει ο οικονομικός χαρακτήρας του θεσμού των αποθηκών/βασιλικών κομμερκίων. Ο θεσμός αυτός εξάλλου λειτουργούσε επί τη βάσει του παλαιότερου επαρχιακού συστήματος μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 730. Η γεωγραφική κατάταξη των σφραγίδων των αποθηκών αποδεικνύει ότι ο θεσμός λειτούργησε αρχικά στις ανατολικές επαρχίες της αυτοκρατορίας. Αποδεικνύει επίσης ότι οι γεωγραφικοί συνδυασμοί των αποθηκών δεν συμπίπτουν με την εδαφική ανάπτυξη των θεμάτων, όπως αυτή είναι γνωστή από τις πηγές του 10ου αι. ή όπως υποτίθεται ότι ήταν στα τέλη του 7ου αι. και στις αρχές του 8ου αι. Τη μοναδική εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα αποτελεί η σφραγίδα της αποθήκης Λυκίας, Παμφυλίας και παραλίας της Ισαυρίας (719/20) που φαίνεται να προαναγγέλλει την ίδρυση του θέματος των Κιβυρραιωτών. Η λειτουργία των αποθηκών ήταν έτσι ευέλικτη, γεγονός που αποδεικνύεται κυρίως από τις σφραγίδες των αποθηκών πόλεων ή περιοχών εντός ή μαζί με τις επαρχίες στις οποίες ανήκαν, π.χ. η αποθήκη Σεβαστοπόλεως, Πυλών και Σαγγαρίου, Κορύκου και Κιλικίας, Ισαυρίας και Δεκαπόλεως, Ισαυρίας και Συλλαίου, Ασίας, Καρίας, Ρόδου και Χερσονήσου. Παράλληλα, οι σφραγίδες αυτές αποδεικνύουν τη σταδιακή διάλυση των παλαιών επαρχιών και υποδηλώνουν ότι το βυζαντινό κράτος, προκειμένου να θέσει σε λειτουργία τις αποθήκες σε ορισμένες περιοχές, λάμβανε υπόψη συγκεκριμένα στρατηγικά πλεονεκτήματα. Δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι στον κάτω Σαγγάριο βρισκόταν το πρώτο άπληκτο, τα Μαλάγινα, ότι από τη Ρόδο και τη Χερσόνησο γινόταν ο έλεγχος της ναυσιπλοΐας από την ανατολική Μεσόγειο προς το Αιγαίο, ότι το Σύλλαιον ήταν μία από τις πρωτεύουσες του θέματος των Κιβυρραιωτών, και αυτές είναι μερικές μόνο από τις παρατηρήσεις που μπορούν να γίνουν για τις συγκεκριμένες πόλεις και περιοχές.  Από τα τέλη της δεκαετίας του 730 και κυρίως στη δεκαετία του 740 και εξής, η εδαφική ανάπτυξη του θεσμού των βασιλικών κομμερκίων ταυτίστηκε με την εδαφική ανάπτυξη του θεσμού των θεμάτων, γεγονός που προϋποθέτει την εγκατάσταση των στρατιωτικών σωμάτων της αυτοκρατορίας σε συγκεκριμένες επαρχίες. Οι σφραγίδες των αποθηκών υποδηλώνουν ότι ο στρατός των Αρμενιακών ήταν ο πρώτος στον οποίο αποδόθηκε μία συγκεκριμένη περιφέρεια (πριν το 717/8), με την οποία ταυτίστηκε, ενώ οι αφηγηματικές πηγές υποδηλώνουν ότι ανάλογη ήταν η εξέλιξη για τον στρατό των Ανατολικών (πριν το 716/7). Η παραχώρηση εδαφών παρόλα αυτά δεν συνεπαγόταν την υποχρεωτική περιφερειακή ταύτιση της λειτουργίας των δύο θεσμών, αφού οι αποθήκες συνέχισαν περίπου μέχρι το 740 να λειτουργούν με βάση τις παλαιές επαρχίες. Αν ωστόσο παραδεχθούμε ότι οι αποθήκες συνδέονται με τα στρατιωτικά σώματα της αυτοκρατορίας, τότε θα πρέπει επίσης να παραδεχθούμε ότι η γεωγραφική κατάταξη των αποθηκών στις επαρχίες, όπως αυτή αποδίδεται στους χάρτες 1 και 2 της παρούσας μελέτης, αντικατοπτρίζουν την κατάσταση της πρωτοβυζαντινής εποχής, ότι δηλαδή οι στρατιές των Αρμενιακών και των Ανατολικών συγκεντρώνονταν στις περιοχές τις επιχειρησιακής τους δράσης, στην Αρμενία, την Καππαδοκία, την Ισαυρία, την Κιλικία. Είναι εξάλλου ιδιαίτερα εύγλωττο το γεγονός ότι οι περισσότερες από τις σωζόμενες σφραγίδες των αποθηκών προέρχονται από τις εμπόλεμες μεταξύ 7ου και 8ου αι. ζώνες της αυτοκρατορίας, την Αρμενία και τη Λαζική. Οι πραγματικές αλλαγές στο σύστημα αυτό λοιπόν φαίνεται πως επήλθαν μόλις επί Ιουστινιανού Β΄, οπότε ο θεσμός των αποθηκών επεκτάθηκε σε ολόκληρη τη Μικρά Ασία και ένα νέο στρατιωτικό σώμα προστέθηκε στα ήδη υπάρχοντα, αυτό των Θρακησίων, ενώ εκείνοι που κατεξοχήν προώθησαν τις αλλαγές που επέφερε ο συγκεκριμένος αυτοκράτορας στο θεσμό των αποθηκών/βασιλικών κομμερκίων ήταν ο Λέων Γ΄ και ο Κωνσταντίνος Ε΄.   Η ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ (περ. 600-1200): I.1. ΟΙ ΑΠΟΘΗΚΕΣ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ (7ος-8ος αι.)Η μετάβαση από το πρωτοβυζαντινό σύστημα διοίκησης των επαρχιών της αυτοκρατορίας στο μεσοβυζαντινό σύστημα των θεμάτων συνέβη σε μια εποχή κατά την οποία οι πληροφορίες που παρέχουν οι πηγές είναι ελάχιστες. Ο θεσμός των θεμάτων είναι γνωστός κυρίως από τον 10ο αι., εποχή κατά την οποία ήταν πλήρως ανεπτυγμένος. Το κενό λοιπόν στην πληροφόρηση όσον αφορά στην μεταμόρφωση της επαρχιακής διοίκησης μπορούν να καλύψουν μόνο οι σφραγίδες των αποθηκών και των βασιλικών κομμερκίων, ενός θεσμού που εμφανίστηκε και αναπτύχθηκε από τα μέσα του 7ου αι. ώς τα μέσα του 8ου αι. Σε καμία πηγή της μέσης βυζαντινής εποχής δεν γίνεται λόγος για το περιεχόμενο του θεσμού αυτού, δηλαδή για τον τρόπο λειτουργίας και για τους σκοπούς που εξυπηρετούσε, γεγονός που έχει δώσει λαβή για τη διατύπωση θεωριών που τον συνδέουν είτε με το εμπόριο, είτε με την εξυπηρέτηση αναγκών των στρατιωτικών σωμάτων της αυτοκρατορίας. Σκοπός της συγκεκριμένης μελέτης ωστόσο δεν είναι η εξακρίβωση του περιεχομένου του θεσμού των αποθηκών/βασιλικών κομμερκίων, αλλά η συστηματική γεωγραφική κατάταξη των αποθηκών, που μπορεί να φωτίσει τη διαδικασία διάλυσης του πρωτοβυζαντινού διοικητικού συστήματος των επαρχιών. Αδιαμφισβήτητος παραμένει ο οικονομικός χαρακτήρας του θεσμού των αποθηκών/βασιλικών κομμερκίων. Ο θεσμός αυτός εξάλλου λειτουργούσε επί τη βάσει του παλαιότερου επαρχιακού συστήματος μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 730. Η γεωγραφική κατάταξη των σφραγίδων των αποθηκών αποδεικνύει ότι ο θεσμός λειτούργησε αρχικά στις ανατολικές επαρχίες της αυτοκρατορίας. Αποδεικνύει επίσης ότι οι γεωγραφικοί συνδυασμοί των αποθηκών δεν συμπίπτουν με την εδαφική ανάπτυξη των θεμάτων, όπως αυτή είναι γνωστή από τις πηγές του 10ου αι. ή όπως υποτίθεται ότι ήταν στα τέλη του 7ου αι. και στις αρχές του 8ου αι. Τη μοναδική εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα αποτελεί η σφραγίδα της αποθήκης Λυκίας, Παμφυλίας και παραλίας της Ισαυρίας (719/20) που φαίνεται να προαναγγέλλει την ίδρυση του θέματος των Κιβυρραιωτών. Η λειτουργία των αποθηκών ήταν έτσι ευέλικτη, γεγονός που αποδεικνύεται κυρίως από τις σφραγίδες των αποθηκών πόλεων ή περιοχών εντός ή μαζί με τις επαρχίες στις οποίες ανήκαν, π.χ. η αποθήκη Σεβαστοπόλεως, Πυλών και Σαγγαρίου, Κορύκου και Κιλικίας, Ισαυρίας και Δεκαπόλεως, Ισαυρίας και Συλλαίου, Ασίας, Καρίας, Ρόδου και Χερσονήσου. Παράλληλα, οι σφραγίδες αυτές αποδεικνύουν τη σταδιακή διάλυση των παλαιών επαρχιών και υποδηλώνουν ότι το βυζαντινό κράτος, προκειμένου να θέσει σε λειτουργία τις αποθήκες σε ορισμένες περιοχές, λάμβανε υπόψη συγκεκριμένα στρατηγικά πλεονεκτήματα. Δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι στον κάτω Σαγγάριο βρισκόταν το πρώτο άπληκτο, τα Μαλάγινα, ότι από τη Ρόδο και τη Χερσόνησο γινόταν ο έλεγχος της ναυσιπλοΐας από την ανατολική Μεσόγειο προς το Αιγαίο, ότι το Σύλλαιον ήταν μία από τις πρωτεύουσες του θέματος των Κιβυρραιωτών, και αυτές είναι μερικές μόνο από τις παρατηρήσεις που μπορούν να γίνουν για τις συγκεκριμένες πόλεις και περιοχές.  Από τα τέλη της δεκαετίας του 730 και κυρίως στη δεκαετία του 740 και εξής, η εδαφική ανάπτυξη του θεσμού των βασιλικών κομμερκίων ταυτίστηκε με την εδαφική ανάπτυξη του θεσμού των θεμάτων, γεγονός που προϋποθέτει την εγκατάσταση των στρατιωτικών σωμάτων της αυτοκρατορίας σε συγκεκριμένες επαρχίες. Οι σφραγίδες των αποθηκών υποδηλώνουν ότι ο στρατός των Αρμενιακών ήταν ο πρώτος στον οποίο αποδόθηκε μία συγκεκριμένη περιφέρεια (πριν το 717/8), με την οποία ταυτίστηκε, ενώ οι αφηγηματικές πηγές υποδηλώνουν ότι ανάλογη ήταν η εξέλιξη για τον στρατό των Ανατολικών (πριν το 716/7). Η παραχώρηση εδαφών παρόλα αυτά δεν συνεπαγόταν την υποχρεωτική περιφερειακή ταύτιση της λειτουργίας των δύο θεσμών, αφού οι αποθήκες συνέχισαν περίπου μέχρι το 740 να λειτουργούν με βάση τις παλαιές επαρχίες. Αν ωστόσο παραδεχθούμε ότι οι αποθήκες συνδέονται με τα στρατιωτικά σώματα της αυτοκρατορίας, τότε θα πρέπει επίσης να παραδεχθούμε ότι η γεωγραφική κατάταξη των αποθηκών στις επαρχίες, όπως αυτή αποδίδεται στους χάρτες 1 και 2 της παρούσας μελέτης, αντικατοπτρίζουν την κατάσταση της πρωτοβυζαντινής εποχής, ότι δηλαδή οι στρατιές των Αρμενιακών και των Ανατολικών συγκεντρώνονταν στις περιοχές τις επιχειρησιακής τους δράσης, στην Αρμενία, την Καππαδοκία, την Ισαυρία, την Κιλικία. Είναι εξάλλου ιδιαίτερα εύγλωττο το γεγονός ότι οι περισσότερες από τις σωζόμενες σφραγίδες των αποθηκών προέρχονται από τις εμπόλεμες μεταξύ 7ου και 8ου αι. ζώνες της αυτοκρατορίας, την Αρμενία και τη Λαζική. Οι πραγματικές αλλαγές στο σύστημα αυτό λοιπόν φαίνεται πως επήλθαν μόλις επί Ιουστινιανού Β΄, οπότε ο θεσμός των αποθηκών επεκτάθηκε σε ολόκληρη τη Μικρά Ασία και ένα νέο στρατιωτικό σώμα προστέθηκε στα ήδη υπάρχοντα, αυτό των Θρακησίων, ενώ εκείνοι που κατεξοχήν προώθησαν τις αλλαγές που επέφερε ο συγκεκριμένος αυτοκράτορας στο θεσμό των αποθηκών/βασιλικών κομμερκίων ήταν ο Λέων Γ΄ και ο Κωνσταντίνος Ε΄. 
    corecore